εμπροσθινός

εμπροσθινός
και μπροστινός, -ή, -ό (Μ ἐμπροσθινός και μπροστινός και ἐμπροστινός και ὀμπροστινός)
1. πρόσθιος, εμπρόσθιος, μπροστινός
2. προηγούμενος («ὁ μπροστινός της ἄνδρας», Λίβ.)
μσν.
(για στρατιώτη) αυτός που βρίσκεται στην εμπροσθοφυλακή, στην προκάλυψη («δὲν ἤμουν πάντα μπροστινός ὀπὄκαμνα τὴ μάχη;», Αλεξ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”